Πάντα πίστευα ότι δε μπορεί να λείψει από κάποιον, κάτι που ποτέ δε γνώρισε. Συνεχίζω να το πιστεύω. Ακόμα πιο έντονα! Η μοναδική διαφορά είναι ότι πλέον έχω ζήσει για περίπου 2,5 εβδομάδες ως κάτοικος της Μποτσουάνα.
Αφορμή για αυτή την απίστευτη εμπειρία αποτέλεσε η συμμετοχή μου σε ένα από τα εθελοντικά προγράμματα που στηρίζει η ομάδα της Έλιξ: Υποστήριξη του πάρκου προστασίας ζώων προς εξαφάνιση, Khama Rhino.
Βασικός στόχος του προγράμματος ήταν η παροχή βοήθειας για την ολοκλήρωση των καθημερινών εργασιών συντήρησης του πάρκου. Το πάρκο Khama Rhino, το οποίο βρίσκεται πολύ κοντά στην πόλη Serowe, παρέχει προστασία και στέγη σε πολλά μικρά και μεγάλα θηλαστικά, ενώ φιλοξενεί και μία πλούσια ποικιλία πτηνών. Ωστόσο, κύριο μέλημά του αποτελεί η εξασφάλιση της επιβίωσης του λευκού και μαύρου ρινόκερου. Πριν την ίδρυση του πάρκου, το 1980, τα δύο αυτά αφρικανικά είδη ρινόκερων είχαν απειληθεί με εξαφάνιση, εξαιτίας της λαθρεμπορίας των κεράτων τους (παράνομη βίαιη αφαίρεση και διακίνηση στη μαύρη αγορά: εκτιμάται ότι το ένα κιλό κοστολογείται κοντά στα 65.000 δολάρια). Ο κίνδυνος παραμένει υψηλός, γεγονός που κάνει ακόμα πιο σημαντικό τον αγώνα των κατοίκων της Serowe.
Όντας φυσιολάτρης και φιλόζωη, με το που διάβασα την περιγραφή αυτού του προγράμματος αισθάνθηκα στιγμιαία έντονη έλξη. Η επιθυμία μου να επισκεφθώ τη "γη των αντιθέσεων", την Αφρική, μετατράπηκε αυτομάτως σε άμεση ανάγκη για συμμετοχή σε ένα κίνημα υψηλότερης σημασίας: Διατήρηση του δικαιώματος στη ζωή. Γιατί δικαίωμα στη ζωή δεν θα έπρεπε να έχουν μόνο οι άνθρωποι, αλλά όλοι οι έμβιοι οργανισμοί. Κάτι τόσο αυτονόητο, καταπατάται επανειλημμένα λόγω της απληστίας και της υπεροψίας του ανθρώπινου γένους.
Έχοντας καταλάβει ένα από τα παράθυρα του αεροπλάνου, αναρωτιόμουν καθ’ όλη τη διάρκεια της πτήσης κατά πόσο ήταν ορθή η απόφαση να ταξιδέψω μόνη μου, σε μία χώρα όπου κυριαρχούν τα ερημικά τοπία και οι θάμνοι (το βασίλειο των άγριων ζώων). Το μεγαλύτερο τμήμα της χώρας φαινόταν ακατοίκητο. Μονάχα ορισμένοι, διάσπαρτοι, μικροί οικισμοί έσπαγαν τη μονοτονία της ερήμου. Φτάνοντας στην πρωτεύουσα της Μποτσουάνα, την Γκαμπορόν, η ανησυχία μου μεγάλωσε και άλλο: Είχα την αίσθηση ότι βρίσκομαι σα τη μύγα μες το γάλα σε ένα τόπο άγνωστο, με μεγάλες χιλιομετρικές αποστάσεις. Σκεφτόμενη δε ότι είχα φτάσει 3 μέρες πριν την έναρξη του προγράμματος, ο φόβος με καταλάμβανε ακόμα περισσότερο. Δε μπορούσα ούτε κατά διάνοια να υποψιαστώ πόσο πολύ θα αγαπούσα αυτόν τον τόπο.
Από την πρώτη κιόλας μέρα δέχτηκα τη φιλικότητα των κατοίκων αυτής της χώρας, τους λεγόμενους "Tswana". Η πλειοψηφία των ανθρώπων που συνάντησα είναι κοινωνικοί, ομαδικοί και χαμογελαστοί. Ενδεχομένως, σημαντικός παράγοντας για την υιοθέτηση αυτής της ευγένειας να αποτελεί το γεγονός ότι είναι πολύ θρήσκοι (θα έλεγα ότι όλοι οι κάτοικοι πιστεύουν σε κάποιας μορφής θεότητα). Η θρησκεία και οι παραδόσεις των προγόνων τους αποτελούν κινητήρια δύναμη για την καθημερινότητά τους. Πλέον, μπορώ να πω ότι δεν συνάντησα τον παραμικρό κίνδυνο κατά την παραμονή μου στην Γκαμπορόν.
Μία μέρα πριν την έναρξη του εθελοντικού προγράμματος, εθελοντές της BWA με παρέλαβαν από το αεροδρόμιο (συμφωνημένος χώρος από πριν φτάσω) για να μεταβούμε στο χωριό Mochudi, όπου βρίσκονται τα κεντρικά γραφεία της οργάνωσης. Εκεί γνωρίστηκα με αρκετά μέλη της BWA και έλαβα μαζί με άλλους δύο (έκτακτους) εθελοντές, την αρχική εκπαίδευση/ενημέρωση για τις συνθήκες διαβίωσης και τους κανόνες του προγράμματος.
Εξαρχής φάνηκε το δημοκρατικό πνεύμα που επικρατεί στον οργανισμό, το οποίο και προσπαθούν να μεταδώσουν τα μέλη του. Το κλίμα που προωθείται από όλους είναι αυτό της συνεργασίας και της ανάληψης πρωτοβουλιών. Για να είμαι απόλυτα ειλικρινής, πολλές φορές, θα μπορούσε αυτό το φιλελεύθερο πνεύμα να χαρακτηριστεί ως αδιαφορία και ανοργανωσιά. Ωστόσο, όταν οι ξένοι συμμετέχοντες των προγραμμάτων αρχίσουν να αντιλαμβάνονται ότι είναι ίσοι και έχουν τις ίδιες ευθύνες, αρμοδιότητες και απολαβές με όλους τους υπόλοιπους ντόπιους συμμετέχοντες, τότε θα συνειδητοποιήσουν ότι αυτοί οι ίδιο, μαζί με την υπόλοιπη ομάδα, μορφοποιούν το πρόγραμμα ανάλογα με τις επιθυμίες τους (χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν υπάρχει η αρχική μορφή και ο στόχος του προγράμματος).
Μετά από μία διανυκτέρευση στο Mochudi, αναχωρήσαμε νωρίς το πρωί με τον ομαδάρχη του προγράμματος και άλλον ένα ντόπιο εθελοντή για την πόλη Serowe. Από εκεί θα συνεχίζαμε τη διαδρομή μας για το πάρκο Khama Rhino, αφού συναντούσαμε άλλες δύο ντόπιες κοπέλες που θα συμμετείχαν μαζί μας στο πρόγραμμα. Όλες οι μετακινήσεις έγιναν με τα μέσα μαζικής μεταφοράς. Προσωπικά θεώρησα ότι επρόκειτο για μία δραστηριότητα, ιδιαίτερα διασκεδαστική και εκπαιδευτική, παρόλη την κούραση που μπορεί να αισθανθήκαμε όλοι ανά διαστήματα. Ήταν η πρώτη μου επαφή με τα μέσα μαζικής μεταφοράς και με βοήθησε αρκετά να καταλάβω τους κανόνες λειτουργίας των λεωφορείων: Δεν υπάρχει συγκεκριμένη ώρα αναχώρησης, η πληρωμή γίνεται εντός του λεωφορείου, λαμβάνεις χαρτάκι όπου αναγράφονται πιθανά ρέστα, έχεις την ευθύνη να βρεις τον υπεύθυνο για την παραλαβή των ρέστων την ώρα της αποβίβασης, οφείλεις να αναζητήσεις και να παραλάβεις τις αποσκευές σου από τον χώρο φύλαξης προτού το λεωφορείο αναχωρήσει για τον επόμενο προορισμό (μέσα στον πανικό που επικρατεί νομίζω ότι είναι πολύ εύκολο να απομακρυνθεί το λεωφορείο μαζί με τις αποσκευές σου!), οι στάσεις γίνονται συνήθως εμπειρικά σε κεντρικές στροφές και σημεία των πόλεων/χωριών (αλάνθαστος κανόνας επιβίωσης: ακολουθείς το πλήθος!). Η γνώση αυτή με βοήθησε πολύ στις μετακινήσεις μου κατά τη διάρκεια του εθελοντικού προγράμματος αλλά και μετά την ολοκλήρωσή του.
Στη Serowe, επισκεφθήκαμε και το κεντρικό super market της πόλης για την αγορά τροφίμων και ειδών υγιεινής. Ήμασταν υπεύθυνοι για το μαγείρεμα και τη διαχείριση της τροφής καθ’ όλη τη διάρκεια του προγράμματος. Ο ομαδάρχης βέβαια φρόντισε να φυλάξει ένα μικρό ποσοστό των χρημάτων που του είχαν δοθεί για έκτακτες καταστάσεις και ανατροφοδότηση, καθώς είναι σύνηθες σε αυτές τις περιπτώσεις να εξαφανίζεται η τροφή γρηγορότερα από ότι προβλέπεται!
Ένας από τους οδηγούς του πάρκου μας παρέλαβε το απόγευμα από τη Serowe για να μας μεταφέρει στις εγκαταστάσεις του πάρκου. Φτάσαμε στο Khama Rhino αργά το απόγευμα, ενώ ο ήλιος έδυε. Η ομάδα είχε πλέον συσταθεί πλήρως: 1 ντόπιος ομαδάρχης, 3 άτομα από τη Μποτσουάνα, ένα ζευγάρι που μας συντρόφευσε κατά τη διάρκεια του μισού προγράμματος (1 άντρας από τη Μποτσουάνα και 1 Σλοβένα που περίμεναν το πρώτο τους παιδί) και 1 Ελληνίδα! Αφού μας μετέφεραν στο χώρο του κάμπινγκ, ξεκινήσαμε να στήνουμε τις σκηνές που θα μας στέγαζαν για τις επόμενες 11 τελευταίες ημέρες του χειμώνα (τέλη Αυγούστου), καθώς και τη σκηνή φύλαξης των τροφίμων. Προσωπικά, είχα μεταφέρει από την Ελλάδα μία μικρή ατομική σκηνή, μετά από προτροπή και των ανθρώπων της οργάνωσης. Γενικότερα, προτείνεται η χρήση προσωπικών σκηνών (συστήνω αυστηρά χειμερινών), λόγω της μικρής διαθεσιμότητας των σκηνών της οργάνωσης.
Είχε ήδη αρχίσει να κάνει κρύο στο χώρο του πάρκου (ο ήλιος έδυε ταχύτατα), οπότε επικρατούσε ένας μικρός πανικός εξαιτίας της προετοιμασίας που έπρεπε να γίνει: κόψιμο ξύλων για άναμμα φωτιάς, καθάρισμα τουαλετών, μαγείρεμα. Για μένα αυτή η πρώτη νύχτα στο πάρκο αποτέλεσε ολόκληρο το πρόγραμμα σε μικρογραφία: Διαμονή και αυτοσυντήρηση στο χώρο του camping (έναν κυκλικό, μη περιφραγμένο χώρο, στον οποίο μπορούσαν κάλλιστα να μετακινούνται ελεύθερα τα ζώα του πάρκου) αξιοποιώντας τις υπάρχουσες εγκαταστάσεις, διαχείριση ξύλων για δημιουργία ζεστού περιβάλλοντος (το κρύο ήταν απίστευτο κατά τις πρωινές και βράδυνες ώρες, κάνοντας την επιβίωση χωρίς κουβέρτες δύσκολη), μαγείρεμα στη φωτιά, ζέσταμα νερού μέσω ελεγχόμενης φωτιάς, φύλαξη νερού σε μπουκάλια για τις περιπτώσεις που οι γεννήτριες που εξασφάλιζαν τη μεταφορά του στο χώρο του κάμπινγκ είχαν σταματήσει, διαχείριση του νερού αυτού για το μαγείρεμα, καθάρισμα και τις προσωπικές μας ανάγκες, πλύσιμο ρούχων σε κουβάδες.
Η πρώτη μέρα του προγράμματος περιλάμβανε ενημέρωση για τις δραστηριότητες του πάρκου καθώς επίσης και για τους κανόνες που διείπαν το συγκεκριμένο πρόγραμμα που φιλοξενούνταν εντός του πάρκου: Η μετακίνηση εντός του πάρκου (εκτός του χώρου που κατασκηνώναμε) θα έπρεπε να γίνεται αυστηρά με τα αυτοκίνητα-βαν του πάρκου, καθώς το πάρκο φιλοξενεί εκτός από ρινόκερους - που είναι επικίνδυνοι λόγω του μεγέθους τους - και άλλα ζώα, σαρκοφάγα (λεοπαρδάλεις, τσακάλια, ύαινες, πύθωνες) και μη (καμηλοπαρδάλεις, αντιλόπες, γκνου, αγριογούρουνα). Μας δόθηκαν πολλές συμβουλές σχετικά με την αλληλεπίδραση με τα ζώα του πάρκου και για την αντιμετώπιση πιθανών τραυματισμών. Φυσικά, δεν παραλήφθηκε να δοθεί η διευκρίνιση ότι μπορούμε να απολαύσουμε ολόκληρο τον κοινόχρηστο χώρο του πάρκου, αρκεί να τον διατηρήσουμε καθαρό, να μην ταράζουμε την ησυχία των ζώων με έντονες φωνές και μουσική, και φυσικά να μην επιχειρήσουμε να σκοτώσουμε κάποιο από αυτά! Λόγω της έλλειψης ηλεκτρικού ρεύματος στο χώρο που κατασκηνώναμε, μπορούσαμε να χρησιμοποιήσουμε τις εγκαταστάσεις της ρεσεψιόν και/ή σπίτια εργαζομένων για τη φόρτιση των κινητών μας τηλεφώνων (ήταν χρήσιμα ακόμα και για όσους δεν είχαν σήμα εντός του πάρκου) και των μπαταριών των φωτογραφικών μηχανών/i-pad/laptop.
Η βασική εργασία που μας ανατέθηκε ήταν η αφαίρεση του παλαιού φράκτη. Το πάρκο είχε πρόσφατα επεκταθεί, με αποτέλεσμα εναπομείναντα τμήματα του παλιού φράκτη να δυσκολεύουν τη μετακίνηση των ζώων στο νέο χώρο. Η εργασία μας ήταν κρίσιμη για την αξιοποίηση των νέων τοποθεσιών του πάρκου και ήταν αναγκαία ώστε να μπορούν τα ζώα να μετακινούνται ευκολότερα σε όλα τα διαθέσιμα μέρη. Εργαστήκαμε αρχικά με άλλους υπαλλήλους του πάρκου για να μας δείξουν τον τρόπο με τον οποίο δουλεύουν και κατόπιν δράσαμε περισσότερο αυτόνομα (αλλά πάντα υπό την επίβλεψη και καθοδήγηση ενός από τους οδηγούς του πάρκου). Μου άρεσε πολύ η εργασία στο πάρκο, μου φάνηκε προκλητικά δελεαστική η μάχη με τις αγκαθωτές μπάλες (κοινούς θάμνους (!) της Μποτσουάνα) παρόλη την καταστροφή φορμών/παπουτσιών, ενώ απόλαυσα όλες τις μετακινήσεις από και προς τους χώρους εργασίας καθώς μας δόθηκε η δυνατότητα να δούμε σχεδόν ολόκληρο το πάρκο και τα ζώα που κυκλοφορούσαν ελεύθερα. Θεωρώ ότι όλοι οι εθελοντές που αναζητούν χειρονακτική εργασία στη φύση θα καταλάβαιναν και θα ασπάζονταν τον ενθουσιασμό μου. Δυστυχώς δεν συναντήσαμε πολλά ζώα κατά τη διάρκεια της κύριας εργασίας μας, αλλά αυτό ήταν αναμενόμενο διότι αποφεύγουν να πλησιάσουν τους ανθρώπους. Ωστόσο, όταν εργαζόμασταν στην "περιοχή των ρινόκερων" εντοπίσαμε μία μητέρα που μας παρακολουθούσε μαζί με το μικρό της, κρυμμένη πίσω από κάτι θάμνους!
Αναφορικά με τα δώρα του προγράμματος, εκτός από το ίδιο το πρόγραμμα που αποτέλεσε ένα ξεχωριστό είδος κατασκήνωσης, δεχτήκαμε μία πληθώρα συμπληρωματικών προσφορών: Το Σαββατοκύριακο δωρίστηκε στους εθελοντές για να διασκεδάσουμε όπως εμείς θα επιλέγαμε. Το Σάββατο, επισκεφτήκαμε την πόλη Serowe (τη γενέτειρα των 2 εθελοντριών της ομάδας) με τη βοήθεια των οδηγών του πάρκου που μας μετέφεραν μέχρι ένα σημείο εκτός του πάρκου και μας επέστρεψαν έπειτα εγκαίρως στο χώρο του κάμπινγκ, ενώ η Κυριακή ήταν μέρα ξεκούρασης και ανεμελιάς (θα πρέπει να αναγνωρίσω και να αναφέρω ότι το μεγαλύτερο ίσως πρόβλημα της Μποτσουάνα, όπως διαπίστωσα αυτό το Σαββατοκύριακο, αποτελεί η αυξημένη κατανάλωση αλκοόλ). Πριν την ολοκλήρωση του προγράμματος, ο υπεύθυνος του πάρκου, ο Mr Mojo, μας χάρισε δύο τουριστικές βόλτες (drives) στο πάρκο για να δούμε τα ζώα καλύτερα (μία μεσημεριανή και μία βραδινή). Ο ίδιος μάλιστα οδήγησε κατά τη νυχτερινή μας εξόρμηση, καθώς κανένας από τους οδηγούς δεν ήταν διαθέσιμος. Είναι αδύνατο να περιγραφεί με λόγια το συναίσθημα του να στρέφεις το κεφάλι σου και να αντικρίζεις στα δύο μέτρα μία καμηλοπάρδαλη που γευματίζει. Τέλος, μας δόθηκε η δυνατότητα να χρησιμοποιήσουμε την πισίνα του εστιατορίου που βρίσκονταν εντός του πάρκου, ενώ μπορούσαμε να επισκεφτούμε όποτε θέλαμε ένα νεοφερμένο μαύρο ρινόκερο, τον Nody, ο οποίος δωρίστηκε στο πάρκο από κάποια οργάνωση της Νότιας Άφρικης και κρατούνταν σε ένα περιβάλλον εξοικείωσης λίγα μέτρα μακριά από το χώρο που κατασκηνώναμε.
Η συνολική εικόνα που σχημάτισα για το συγκριμένο πρόγραμμα είναι πολύ θετική όσον αφορά τους εργαζομένους του πάρκου. Η εργασία αυτή καθ’ αυτή δεν ήταν ούτε πολύωρη ούτε δύσκολη. Αν δεν κάνω λάθος, εργαστήκαμε τις μισές μέρες του προγράμματος. Θεωρώ ότι αντιμετωπιστήκαμε περισσότερο ως φιλοξενούμενοι campers παρά ως εθελοντές εργαζόμενοι, κάτι που τιμάει τους ανθρώπους του πάρκου. Ποτέ δεν μας αντιμετώπισαν σαν εργάτες ούτε μας έκαναν να νοιώσουμε βάρος λόγω των εξυπηρετήσεων κατά τις μεταφορές. Πολλές φορές έρχονταν στο "χώρο" μας για παρέα και μοιράζονταν μαζί μας το ντόπιο ποτό τους (Chibuku). Οι τρελοί ρυθμοί της καθημερινότητας μου αντικαταστάθηκαν από ένα ήσυχο χώρο που σφύζει από καθαρό αέρα, ήχους της φύσης και συζητήσεις γύρω από τη φωτιά. Απόλαυσα την ηρεμία και τη γαλήνη του πάρκου, ενώ εκτίμησα τα μαθήματα επιβίωσης που έλαβα. Θεωρώ ότι απέκτησα μία πιο ολοκληρωμένη άποψη σχετικά με τις αντοχές μου και την ικανότητα να επιβιώσω σε μία χώρα (και ένα χώρο) που προσφέρει τα απολύτως απαραίτητα.
Μετά τη συμμετοχή μου σε αυτό το εθελοντικό πρόγραμμα της Μποτσουάνα, επανήλθαν ερωτηματικά που είχα όταν ήμουν νεότερη, ενώ γεννήθηκαν καινούρια σε συνδυασμό με την οικονομική κρίση που βιώνει η Ελλάδα. Αναθεώρησα πολλές απόψεις και αναρωτήθηκα ξανά ποια είναι τα βασικά συστατικά της ευτυχίας. Ένα από τα πράγματα που παρατήρησα στις πόλεις και τα χωριά που επισκέφτηκα, είναι ότι δεν υπάρχει άνθρωπος που να θεωρείται άστεγος (αν κάποιος δεν επιστρέφει το βράδυ σε ένα κλειστό, προστατευμένο χώρο είναι από επιλογή). Επίσης, δε φαίνεται να υπάρχει άνθρωπος που μπορεί να πεθάνει από έλλειψη τροφής γιατί κάποιος θα του προσφέρει ένα πιάτο φαΐ. Εξεπλάγην όταν συνειδητοποίησα πόσο ζεστοί και συντροφικοί άνθρωποι είναι οι κάτοικοι της Μποτσουάνας, δεδομένης της φτώχειας που πλήττει αυτόν τον τόπο.
Είναι αλήθεια ότι δεν είχα την ευκαιρία να ταξιδέψω σε ολόκληρη την χώρα ώστε να έχω μία πιο ολοκληρωμένη εικόνα, όμως αυτά που είδα διαψεύδουν πολλά από όσα ακούγονται και προβάλλονται στην τηλεόραση. Στη χώρα μου σίγουρα έχω δει ανθρώπους που μένουν στο δρόμο χωρίς να το έχουν επιλέξει (ή γιατί θεωρούν πιο υποτιμητικό να μείνουν σε ένα δωμάτιο με άλλους συμπολίτες) και έχω ακούσει για ανθρώπους που πεθαίνουν από έλλειψη τροφής γιατί κανένας δε βρέθηκε να μοιραστεί το μισό από το κολατσιό του (ή γιατί προτίμησαν να ξοδέψουν τα χρήματά τους στο ποτό). Οι άνθρωποι που συνάντησα στα πλαίσια αυτού του ταξιδιού ένοιωσα ότι αισθάνονται σε μεγάλο βαθμό περισσότερο ευτυχισμένοι από ότι τα άτομα που παρατηρώ στο περιβάλλον μου, παρόλο που η ζωή στη Μποτσουάνα είναι δυσκολότερη από ότι στην Ελλάδα. Επιπλέον, συνειδητοποίησα ότι υπάρχουν πολλοί έξυπνοι και συναισθηματικοί άνθρωποι, που "χάνονται"/δεν αξιοποιούν τα προσόντα τους λόγω των πολιτικών συνθηκών και συμφερόντων. Συνήθως ακούω ανθρώπους να λένε ότι λυπούνται τους κατοίκους της Αφρικής γιατί είναι φτωχοί και ζούνε χωρίς τη στοιχειώδη μόρφωση κάτω από "άθλιες" συνθήκες. Εγώ πλέον λυπάμαι, γιατί γνωρίζω ότι υπάρχουν λαμπρές προσωπικότητες που χαραμίζονται λόγω του καθεστώτος. Κατά τη γνώμη μου, θα πρέπει όλοι να ξεπεράσουμε τις προκαταλήψεις μας, να αλλάξουμε τις προτεραιότητες μας και να προσπαθήσουμε να συνεισφέρουμε σε έναν μεγαλύτερο, ευγενή σκοπό. Ίσως μέσα από όλη αυτή τη διαδικασία προσφοράς να ανακαλύψει ο καθένας δικές του κρυμμένες ανάγκες και ελλείψεις. Δε μπορεί να φανταστεί κανείς πόσο πολύ μπορεί μία εθελοντική δράση να συμβάλει στην ανάπτυξη της προσωπικότητας των ατόμων.
Κλείνοντας, θα ήθελα να επισυνάψω δύο αποσπάσματα από συζητήσεις που είχα με την καινούρια μου φίλη από τη Μποτσουάνα:
Oaitse: Montle told me to ask you if you could upload the photos from the workcamp.
Maria: Please, tell Montle I'll upload the photos during the weekend. I didn't have time to deal with this on my "first working" week. He doesn't have to worry!!! I promised I'll upload them! Usually it is white people that don't trust black people :p!
Oaitse: Basically, I think the trust issues come from way back. It’s the way that they (whites) were groomed. So some people are just too ignorant to learn or at least to take time and relate to blacks ... at least you got a chance to explore us. Apart from eating everything we come across ... we are totally harmless!!! Generally it takes time to trust anyone, black or white. Anyone can betray you."
Maria: People always smile, wave or talk to me when I'm walking on the road. Why?
Oaitse: Black people like White people.
Maria: Why? They don't even know if I'm good or bad.
Oaitse: I don't know ... you are all like dolls, so soft, why would you be bad?
Μαρία